Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι.

Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.

Ένας ήλιος που όμοιός του δεν υπάρχει αλλού και ας είναι όταν δεν τον έχουμε να τον αναζητάμε και όταν έρχεται να τον διώχνουμε.

Άνθρωποι γαρ είμαστε...

«Αμάν μπαϊλντί…»(σαμε)

~ Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Έχω παραισθήσεις. Ή η κουζίνα μου έχει στοιχειώσει. Στρώνω τραπέζι το βράδυ και βάζω παραπανίσια μαχαιροπήρουνα. Σερβίρω το φαγητό και βλέπω τον Πετσάλνικο να κάθεται δίπλα στα παιδιά. Πίσω απ’ το ψυγείο, μου κλείνει το μάτι ο Καρατζαφέρης με νόημα. Ο Γιωργάκης κλέβει πατάτες απ’ το πιάτο μου κι ο Αντώνης μου σουφρώνει το στόμα γιατί το κουνουπίδι γιαχνί, του φέρνει φούσκωμα. «Μπυρίτσα ή κρασάκι θα πιούμε;» ακούω να με ρωτάει μια γνώριμη φωνή. Γυρίζω και βλέπω τον Κάρολο, στημένο μπροστά στο ανοιγμένο ντουλάπι με τα γυαλικά. «Τι ποτήρια να φέρω; Σουλήνες;;;…».
Ελλείψει χρημάτων για ψυχοψάχτρες, έκανα μια πρόχειρη αυτοδιάγνωση. Μετά από αμέτρητες ώρες στημένη στην τηλεόραση κάθε βράδυ, και αφού διέσχισα μαζί τους εκατοντάδες χιλιόμετρα μέχρι να πιάσουμε «Στάση Παπαδήμο», έπαθα μια ταύτιση μαζί τους. Τους έβαλα σπίτι μου και τους έκανα μέλη της οικογένειάς μου. Την ώρα που καθόντουσαν στο σαλονάκι του προέδρου για να ξεκινήσουν τη συζήτηση, εγώ χτύπαγα αυγολέμονο και προσευχόμουν να μην «κόψει». Το αυγολέμονο. Βασικά, κι η συζήτηση. Μετά από κάθε τζούφια κουβέντα που έκαναν, άρπαζα τον μπαλτά και τεμάχιζα από πείσμα κρεμμυδάκια ροδέλες και κροσέ. Και σιχτίριζα τη Μαιρούλα και τον Γιαννάκη που δεν παντρεύονται, για να τελειώνουμε επιτέλους μ’ αυτό το ρημοδοσυνοικέσιο, να ησυχάσει κι ο κουμπάρος και να πάμε όλοι για ύπνο...
Μετά από τόσες νύχτες αγρύπνιας και πικρής αλχημείας, κάνω κόντρα ρόλο στον γλυκύτατο κ. Παρλιάρο και καταθέτω τη δική μου συνταγή (για να μην καταθέσω την τηλεόραση στο πεζοδρόμιο). Καθαρόαιμο ελληνικό φαγάκι, με υλικά που όλοι τα έχουμε στο σπίτι μας και με απλές οδηγίες βήμα προς βήμα.
Καλή επιτυχία/και… φτου ξελεφτερία, σε όσους το «μαγειρέψουν»:
Θα χρειαστείτε:
Μπόλικες δόσεις φίλων
1 μεγάλη αγκαλιά
Πολλά κιλά πείσμα
1 κουταλιά της σούπας χιούμορ
2 ματσάκια ψυχραιμία
1 φλυτζάνι του τσαγιού καλή διάθεση
Υπομονή και μεράκι ψιλοκομμένα σε πλούσιες μερίδες
Καμαρούλα μια σταλιά (2Χ3)
Ρεφενέ ανθρωπιά
Προαιρετικά:
Ξύσμα κατανόησης
Εκτέλεση βήμα προς βήμα:
§ Απομακρύνουμε την τηλεόραση (κατά προτίμηση, γενικότερα απ’ το σπίτι /ή και το οικοδομικό τετράγωνο).
§ Ξεπαγώνουμε από βραδύς τη μνήμη και την αφήνουμε να μαλακώσει και να επανέλθει στο φυσιολογικό της χρώμα και μέγεθος.
§ Βγάζουμε απ’ την κονσέρβα την ενημέρωσή μας και την αφήνουμε να «ξεκουραστεί» πάνω στον πάγκο της αλήθειας.
§ Βάζουμε στο μούσκιο τις κοιλιές, τα προγούλια, τις γλώσσες και τις φαλάκρες.
§ Ψιλοκόβουμε πάνω σε βρεγμένη σανίδα τους «μαϊντανούς» όλης της επικράτειας και τους πασπαλίζουμε με πολλές στρώσεις χοντρό αλάτι.
§ Βράζουμε στο ζουμί τους τα κόμματα, τις τελείες, τις παύλες και τα νούμερα, σε δυνατή φωτιά μέχρι να εξατμιστούν εντελώς και να εξαφανιστούν απ’ την κατσαρόλα μας.
§ Περνάμε στον τρίφτη ρίζες από παχιά λόγια, τρούφα από λεφτά που υπήρχαν, 700 gr. πράσινη ανάπτυξη, ένα κλωνάρι επενδυτικά προγράμματα και φετούλες από πρωτογενές πλεόνασμα.
§ Τσιγαρίζουμε, στο ίδιο το λίπος τους, τις παχύδερμες παρουσίες και τις αφήνουμε να βγάλουν τις μυρωδιές τους και να μαραθούν.
Τα τοποθετούμε όλα σε στρώσεις και τα σκεπάζουμε οριστικά κάτω απ’ την αλισίβα της ιστορίας.
Ανάβουμε στο φουλ τις αντιστάσεις μας. Βάζουμε το ταψί μας στο φούρνο και το ψήνουμε οριστικά. Μέχρι να αποκτήσει το χρώμα, τη γεύση και το άρωμα που μας αρέσει. Αν επιστρατεύσουμε όλη μας την έμπνευση, τη φαντασία και τη δημιουργικότητα , η συνταγή θα πετύχει. Καλή μας χώνεψη!
της Μαρίας Κανελλάκη





Share