|
Μια κουβέντα με τον Γιάννη Καλπούζο. |
Με αφορμή την παρουσίαση του νέου του βιβλίου «
Άγιοι και Δαίμονες», συναντήσαμε στο Πολιτιστικό Κέντρο της Νέας Ραιδεστού του Δήμου Θέρμης τον
βραβευμένο συγγραφέα και ποιητή Γιάννη Καλπούζο και κάναμε μια κουβέντα με άρωμα πόλης, σαν αυτό που αναδύεται από το νέο του βιβλίο και από την πολύ όμορφη βραδιά που μας χάρισε στο Πολιτιστικό Κέντρο.
1.
Όσον αφορά το «Ιμαρέτ», το τόσο αγαπημένο και διαβασμένο βιβλίο σας, ποια ήταν η πηγή της έμπνευσης σας;
Με αφορμή την ιστορία ενός δεκατριάχρονου προγόνου μου, τον οποίον αιχμαλώτισαν οι Τούρκοι κατά την έξοδο του Μεσολογγίου και τον έφεραν σκλάβο στην Άρτα όπου εξαγόρασαν την ελευθερία του οι καλόγεροι του μοναστηριού Κάτω Παναγιάς, άρχισα να ερευνώ την τοπική ιστορία.
Σκεφτόμουν την ιστορία του προγόνου μου να την κάνω μυθοπλασία. Διαπιστώνοντας όμως ότι το πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό περιβάλλον της Άρτας όπως και η καθημερινή ζωή μού επέτρεπαν να γράψω για όλα όσα με ενδιέφεραν και απηχούσαν στην κοσμοαντίληψή μου και στην κοσμοθεωρία μου, ενώ ταυτόχρονα μπορούσαν να στείλουν μηνύματα στη σύγχρονη εποχή, άφησα κατά μέρος την αρχική μου σκέψη και προχώρησα στη συγγραφή του Ιμαρέτ.
2.
Νομίζετε ότι στην εποχή μας γίνεται όλο και δυσκολότερο να ονειρευόμαστε ότι «καλπάζουμε» σε θερισμένα στάχυα (μια φράση που εσείς έχετε χρησιμοποιήσει στο βραβευμένο σας βιβλίο «Ιμαρέτ», συνδυάζοντας τη με τις αξίες της φιλίας και της ελευθερίας);
Η εποχή μας τείνει να αποκοπεί παντελώς από την ανθρωπιά, τη φιλία, την αλληλεγγύη, την αξιοπρέπεια και την καλή αισθητική. Να γίνουμε μονάχα ένα γρανάζι της οικονομικής μηχανής, της αγοράς, της αισθητικής ευτέλειας και των θεαμάτων τύπου ρωμαϊκής αρένας.
Τα βάρβαρα οικονομικά μέτρα, τα προβαλλόμενα πρότυπα επιτυχίας, η ανάδειξη ως διασκέδαση κάθε τηλεοπτικής, και όχι μόνο, σαβούρας, και η εστίαση του νοήματος της ζωής στο κέντρο που λέγεται οικονομία έχουν καπηλευθεί το όνειρο, τη γαλήνη της ψυχής, την άλλη όψη της ζωής, την ίδια την ύπαρξη μας. Είμαστε οι σύγχρονοι κολίγοι της αγοράς και της τηλεόρασης.
Δυστυχώς πλήθος συνανθρώπων μας δεν καταφέρνει να εξασφαλίσει έναν αξιοπρεπή βιοπορισμό και φαίνεται πολυτέλεια να μιλά κανείς για αισθητική και καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματος. Αλλά εκεί, μονάχα εκεί, βρίσκεται η άμυνα και η επίθεση σε όλη αυτή τη βαρβαρότητα της εποχής μας και μόνο εκεί μπορούμε να καλπάζουμε σε θερισμένα στάχυα.
3.
Στη σημερινή εποχή και στις τόσο δύσκολες συνθήκες που βιώνουμε όλοι, πόσα και τι είδους Ιμαρέτ πιστεύετε ότι θα έπρεπε να υπάρξουν με σκοπό την ανακούφιση των απλών και καθημερινών ανθρώπων;
Η αλληλεγγύη σε προσωπικό επίπεδο προς τον γείτονα, προς τον πλησίον μας, είναι το πρώτο Ιμαρέτ. Ύστερα η συμμετοχή μας σε προσπάθειες φορέων που στοχεύουν στην ανακούφιση όσων δυσκολεύονται να βιοπορισθούν. Και το τρίτο Ιμαρέτ είναι η μάχη η οποία πρέπει να δοθεί εναντίον του εκπορνευτηρίου που ονομάζεται τηλεόραση. Όχι εναντίον αυτού καθ’ αυτού του μέσου, αλλά εναντίον των προγραμμάτων που από τη μια ποτίζουν το λαό μας με ό,τι αισθητικό σκουπίδι υπάρχει και από την άλλη εμφυσούν το φόβο προσδοκώντας αύξηση της τηλεθέασης. Κι αυτός ο πόλεμος θα πρέπει να αναδειχθεί ως κυρίαρχο ζήτημα μέσα στα σπίτια μας, στις παρέες, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, σε κάθε πολιτιστικό φορέα.
Γιατί αυτός ο μέγας και ύπουλος κίνδυνος έχει διαβρώσει, αλλοιώσει και γαλουχήσει με το χειρότερο τρόπο τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ελληνικής κοινωνίας κι εν τέλει εμποδίζει τη γαλήνη και την ανακούφιση οξύνοντας ακόμη περισσότερο και διογκώνοντας τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα.
4.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του νέου σας βιβλίου αναφέρατε μια φράση που θα ήθελα ειλικρινά να μας πείτε πως θα μπορούσε να βοηθήσει στην εποχή μας τον απλό άνθρωπο να κοιτάξει το μέλλον με αισιοδοξία; Η φράση είναι «Τι είναι ο άνθρωπος δίχως το βύζαγμα του χθες».
Το παρελθόν υπάρχει μέσα μας αλλά και στην καθημερινή μας ζωή, αν και δεν το αντιλαμβανόμαστε και το συνηθέστερο το αγνοούμε. Λέξεις που τις μιλάμε και δεν γνωρίζουμε από πού έρχονται και τι σημαίνουν· συμπεριφορές οι οποίες αναπαράγονται μέσα από την παραδοσιακή λογική της ανατροφής μας- εννοώ κυρίως σε επίπεδο ιδεών· οι γνώσεις μας για την ιστορία οι οποίες επηρεάζουν τις σκέψεις μας, τις αποφάσεις μας, τις κρίσεις μας και τα συναισθήματά μας προς άλλους λαούς, μα και προς εμάς τους ίδιους. Στο παρελθόν υπάρχουν και όλα εκείνα από τα οποία έχουμε ή τείνουμε να αποκοπούμε (φιλία, αλληλεγγύη κ.λπ.).
Γνωρίζοντας λοιπόν κανείς το παρελθόν οπλίζεται και μπορεί να αντικρύσει πιο καθαρά τις αλήθειες της σύγχρονης εποχής και του μέλλοντος. Βιώνοντας για παράδειγμα μέσα από ένα μυθιστόρημα τη ζωή του 1850 ή του 1821 ή άλλων νεώτερων εποχών είναι σίγουρο ότι ο φόβος θα λιγοστέψει μέσα μας και θα πάψουμε να βλέπουμε μπροστά μας την καταστροφή σε κάθε βήμα μας και σκέψη. Θα βλέπουμε και την αναγέννηση μέσα από τις δυσκολίες. Κι ακόμα, θα αντλήσουμε ιδέες, θα μάθουμε ποια ήταν τα συναισθηματικά στηρίγματα των ανθρώπων εκείνων των εποχών, θα γνωρίσουμε τη συμπεριφορά των εξουσιών η οποία δεν άλλαξε μέχρι σήμερα και αντικρίζοντας την όλη πορεία μας μέσα στο χρόνο, όπως και τα λάθη μας, θα διδαχτούμε και θα δούμε πιο αισιόδοξα το μέλλον.
5.
Κάθε εποχή κρίσης αναδεικνύει τους ηγέτες της. Βλέπετε κάποιον σήμερα ή μήπως πιστεύετε ότι, περισσότερο από την ίδια την κρίση το πρόβλημα είναι η έλλειψη ανθρώπων που θα μπορούσαν να εμπνεύσουν και να στηρίξουν τον κόσμο αυτές τις δύσκολες μέρες;
Στα βιβλία μου είναι ξεκάθαρη η θέση μου: «άλλο οι λαοί και άλλο οι εξουσίες». Πολιτικές, θρησκευτικές, οικονομικές και κάθε άλλη μορφή εξουσίας, δεν διαφέρουν και πολύ μεταξύ τους.
Από την μεριά μου πιστεύω στον καλλιεργημένο λαό κι όχι στους ηγέτες, χωρίς να παραγνωρίζω την όποια αξία τους.
Η εσωτερική καλλιέργεια είναι εκείνη που μπορεί να διασώσει τους λαούς και πρέπει να είναι ζητούμενο για τον καθένα. Έτσι θα γεννηθεί το καλύτερο αύριο. Όσο θα αναμένουμε πεφωτισμένους σωτήρες ή θαυματοποιούς θα είμαστε τα πιόνια κάθε εξουσίας.
Μέχρι στιγμής χάσαμε τη μάχη ή η μάχη δεν έγινε ποτέ. Αντί να καρτερούμε και να αναζητούμε ηγέτες ας ποτιστούμε με τη νοοτροπία του μετανάστη, εδώ του μετανάστη του πνεύματος, και να δουλέψουμε για τις επόμενες γενιές. Εμείς το χάσαμε το παιγνίδι, δεν προλαβαίνουμε πια. Γιατί αυτή η μάχη θέλει χρόνο, χρόνια άσκησης και μαθητείας.
6.
Πολιτική και τέχνη μπορούν να συνυπάρξουν; Και αν ναι, ποιος υπηρετεί ποιον;
Η ποίηση, η λογοτεχνία, το θέατρο, οι τέχνες γενικότερα είναι η ύψιστη πολιτική. Η τέχνη και η πολιτική υπηρετούν, ή πρέπει τουλάχιστον, τον άνθρωπο και τη ζωή γενικότερα. Οι πολιτικοί μετέχουν της κομματικής πολιτικής και ελάχιστοι της «Πολιτικής». Οι πρώτοι δεν μπορούν να συνυπάρξουν με την τέχνη, δεν τους αφορά και την πολεμούν.
Όπως παλαιότερα υπουργός ο οποίος ονόμαζε τους ποιητές «λαπάδες», αγνοώντας προφανώς (πέρα από το ότι η ίδια η ποίηση είναι πολιτική) πόσοι ποιητές έδωσαν το αίμα τους στα πεδία των μαχών και πόσοι άλλοι ενέπνευσαν με τα ποιήματα τους το λαό να πολεμήσει για να ζει ο ανιστόρητος πολιτικός σε μια ελεύθερη πατρίδα.
7.
Κρίση οικονομική ή κρίση αξίων; Μπορεί να υπάρξει τέχνη μέσα στην κρίση;
Η κρίση αξιών έφερε την οικονομική κρίση. Η τέχνη κατάφερε στο παρελθόν να υπάρχει σε πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις και θα συνεχίσει να υπάρχει και τώρα. Η τέχνη προσφέρει εκτός από αγωγή, καλλιέργεια και γνώσεις νότες αισιοδοξίας και λύτρωσης. Αποτελεί καταφύγιο και εφαλτήριο νέων δρόμων.
8.
Εσείς ποιος πιστεύετε ότι «λάξεψε» αυτό το σταυρό στον όποιο εδώ και δυο χρόνια έχουν αρχίσει συστηματικά να σταυρώνουν τη χώρα μας και κατ’ επέκταση και εμάς τους ίδιους; Πιστεύετε ότι υπάρχει περίπτωση να τιμωρηθεί, όποιος και αν είναι;
Δυστυχώς μάθαμε να μιλάμε, να εκφραζόμαστε, να αντιδρούμε, να σκεφτόμαστε και να αγωνιζόμαστε μόνο με συνθήματα. Να ψάχνουμε πάντοτε «αυτούς», τους «τρίτους», κάποιους συγκεκριμένους οι οποίοι σίγουρα μπορεί να φέρουν το μεγαλύτερο κομμάτι ευθύνης, όμως δεν είναι ένας, δεν είναι εκατό ούτε καν μερικές χιλιάδες. Όσοι μετέχουν της άμεσης εξουσίας είναι τουλάχιστον εκατοντάδες χιλιάδες, ενώ επιμεριζόμενες οι ευθύνες που αναλογούν σε κάθε πολίτη έχουμε το μερίδιό μας, μικρό ή μεγαλύτερο, όλοι. Κάποτε πρέπει να πούμε τις πικρές αλήθειες.
Ζήσαμε για πολλές δεκαετίες σε μια χώρα η οποία πάσχει βαρέως στο επίπεδο των αξιών και του πολιτισμού.
Σε μια χώρα που δυστύχησε να κυβερνηθεί από εγκάθετους, αργυρώνητους κι άλλοτε παντελώς ανίκανους πολιτικούς, αλλά και με απλούς πολίτες οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειοψηφία έμαθαν να έχουν μονάχα δικαιώματα και ποτέ υποχρεώσεις.
Σε μια χώρα όπου η διαφθορά κυριαρχεί σε πάμπολλους κλάδους του δημοσίου, των Ο.Τ.Α. κ.λπ. και με πολίτες έτοιμους ή αναγκασμένους να συναινέσουν στην κλοπή του δημοσίου χρήματος ή στη δωροδοκία.
Σε μια χώρα όπου η φοροκλοπή ή η μη εφαρμογή των νόμων θεωρείται μαγκιά και οι πελατειακές σχέσεις μεταξύ πολιτευόμενων και πολιτών δίνουν και παίρνουν.
Σε μια χώρα όπου απαξιώσαμε τα σχολεία και τα πανεπιστήμια καταστρέφοντας την ιδέα και την ουσία της παιδείας άλλα και τα κτίρια και την υλικοτεχνική υποδομή - κι εδώ οι ευθύνες δεν βαρύνουν μόνο τους κυβερνώντες - όταν εμείς οι ίδιοι θαυμάζουμε τα σχολεία και τα πανεπιστήμια της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας μέχρι και της Τουρκίας.
Απαξιώσαμε την παιδεία και τη μάθηση με συνεχείς καταλήψεις γυμνασίων, λυκείων και πανεπιστημίων με μια αυτοκαταστροφική διάθεση και με «φιλοσοφία» την επαναστατική προπόνηση των μελών των κατά περίπτωση κομματικών μηχανισμών και τη συσπείρωση των ημέτερων δυνάμεων.
Ονομάζοντας «προοδευτικό» την οπισθοδρόμηση και τον συντηρητισμό ως προς τα μέσα και τον τρόπο πάλης και διεκδίκησης.
Αφεθήκαμε σε έναν στείρο και καταγέλαστο εθνικισμό ο οποίος δεν μας επέτρεψε να δούμε την πραγματικότητα, ούτε καν να επιδοκιμάσουμε την διορατικότητα ορισμένων πολιτικών (έστω και σε μεμονωμένα θέματα) και υποκινούμενοι από διάφορες φανατικές ομάδες απωλέσαμε εθνικά συμφέροντα κι άλλοτε αποτρέψαμε την ένταξη στην ελληνική κοινωνία όσων θα γίνονταν οι καλύτεροι πρεσβευτές της Ελλάδας.
Αφεθήκαμε και δοθήκαμε σε ένα σύστημα αξιών όπου από τη μια κυριαρχεί ο χαβαλές, η μπάλα, τα αυτοκίνητα, ο άκρατος καταναλωτισμός, το shopping therapy, οι διάφοροι κίναιδοι, μόδιστροι και χαζοχαρούμενες τηλεπαρουσιάστριες κι από την άλλη τα πρότυπα της επιτυχίας τα οποία είναι συνδεδεμένα απόλυτα με το χρήμα και την κατοχή θέσεων εξουσίας.
Ζούμε σε μια χώρα όπου συχνά πυκνά οι εξουσίες υποδύονται τους επαναστάτες, όπως στους χώρους των μέσων πληροφορίας ή ακόμη και στους λεγόμενους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς χώρους.
Τέλος, ζούμε, δυστυχώς, σε μια χώρα όπου ο προσανατολισμός μας στα «οικονομικά» και στην «μικροπολιτική» δεν αποτελεί μόνο το άλφα και το ωμέγα αλλά όλα τα γράμματα του αλφαβήτου του ιδιωτικού και δημόσιου βίου μας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Η τιμωρία λοιπόν, για να μην μακρηγορήσω περαιτέρω, καλό είναι να πάψει να λειτουργεί ως σύνθημα, ξεθύμασμα και άλλοθι για να παραμείνουμε στα ίδια. Όπου βεβαίως υπάρχουν στοιχεία και ευθύνες να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι όποιοι κι αν είναι. Όμως αυτό δεν θα λύσει το πρόβλημα.
Η λύση και η ουσία βρίσκεται στο να αλλάξουμε κατεύθυνση ως άτομα και ως ελληνική κοινωνία. Να εισπράξουμε με έναν άλλο τρόπο τη ζωή, να επανεξετάσουμε τα πρότυπά μας και τις επιδιώξεις μας, να ξανασκεφτούμε τι σημαίνει αποτυχία και επιτυχία - έχοντας κατά νου την παροιμία «κάθε μάνας γέννα πεσκέσι του θανάτου» ώστε να καταλαγιάζει μέσα μας η αλαζονεία και το κυνήγι του εφήμερου - να παλέψουμε για πολιτισμικές αξίες και οράματα, να δουλέψουμε μέσα στο σπίτι αφιερώνοντας χρόνο στα παιδιά μας, να καταλάβουμε ότι η όποια αλλαγή ξεκινά από τον έναν και φτάνει στους πολλούς και στη συνέχεια είναι σίγουρο ότι θα καταφέρουμε να εμβολίσουμε το σύστημα αξιών που καταδυναστεύει τη χώρα μας και επέφερε και τα δεινά της οικονομικής κρίσης.