ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Στις φλόγες 2.000 έργα τέχνης πριν από 40 μέρες
Κυριακή 17 Ιουνίου 2012
~

Με καθυστέρηση έγινε γνωστή η φωτιά που ξέσπασε στις 3 Μαΐου σε αποθήκη εταιρείας μεταφορών, όπου φυλάσσονταν οι φωτογραφίες
Η συλλογή σύγχρονης φωτογραφίας αριθμεί 3.500 έργα. Τα υπόλοιπα 1.500, εκτός από εκείνα που έχουν δανειστεί για εκθέσεις, βρίσκονται στους χώρους του Μουσείου, μαζί ευτυχώς με τα αρχεία και τις ιστορικές συλλογές
Στάχτη έγινε το μεγαλύτερο μέρος των σύγχρονων συλλογών του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης από φωτιά που ξέσπασε υπό αδιευκρίνιστες ακόμη συνθήκες σε αποθήκη εταιρείας μεταφορών, όπου φυλάσσονταν περίπου 2.000 φωτογραφίες, από το 1970 και μετά, και ανάμεσά τους έργα γνωστών δημιουργών. Το περιστατικό αποσιωπήθηκε, αν και η διοίκηση του Μουσείου υποστηρίζει ότι ενημέρωσε από την πρώτη στιγμή το υπουργείο Πολιτισμού.
Δεν έκρινε, ωστόσο, σκόπιμο να βγάλει ανακοίνωση για την καταστροφή, κάτι που έκανε με σημαντική καθυστέρηση πριν από μερικές μέρες, ανεβάζοντάς τη μόνο στη σελίδα του στο Διαδίκτυο. «Δεν υπήρχε λόγος απόκρυψης του γεγονότος. Απλώς δεν θέλαμε να δώσουμε εσφαλμένες πληροφορίες», δήλωσε στο «Εθνος» ο Βαγγέλης Ιωακειμίδης, διευθυντής του Μουσείου, προσθέτοντας ότι θα γίνει πλήρης ενημέρωση μόλις ολοκληρωθεί, μέχρι τις αρχές Ιουλίου, η ταυτοποίηση των έργων 250 καλλιτεχνών περίπου, και σχεδιαστεί ακριβώς η αποκατάστασή τους, είτε με νέες εκτυπώσεις, αφού όλα τα έργα είναι ψηφιοποιημένα και μπορούν να ξανατυπωθούν, είτε με λύσεις που αναζητούνται στο εξωτερικό για τις περιπτώσεις σπάνιων τεχνικών προδιαγραφών.
«Εχουμε καταστρώσει με το ΥΠΠΟΤ σχέδιο αποκατάστασης των έργων, το οποίο αναμένεται να εκδώσει ανακοίνωση», μας είπε ο κ. Ιωακειμίδης, του οποίου η θητεία δεν έχει ανανεωθεί από τον Ιανουάριο του 2011. Επίσης, φως στην υπόθεση και απάντηση στο ερώτημα «εμπρησμός ή ατύχημα;» αναμένεται να ρίξει το πόρισμα της Πυροσβεστικής, το οποίο καθυστερεί και εκδίδεται συνήθως μέσα σε ένα τρίμηνο από το συμβάν.
Η φωτιά σημειώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 3ης Μαΐου στις αποθήκες της εταιρείας Ορφέα Βεϊνόγλου, εξειδικευμένης σε μεταφορές και φύλαξη έργων τέχνης, στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, όπου φυλασσόταν το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης συλλογής του Μουσείου, λόγω έλλειψης χώρου στις εγκαταστάσεις του στο λιμάνι και έγινε γνωστό μόλις προχθές από επιστολή διαμαρτυρίας κάμποσων φωτογράφων προς το υπουργείο Πολιτισμού και το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που έχει την εποπτεία του Μουσείου Φωτογραφίας.
Η διοίκηση του Μουσείου διαβεβαιώνει ότι πρόκειται για περίπου 2.000 σύγχρονες φωτογραφίες από το 1970 και μετά, φυλαγμένες στη Σίνδο, σε ειδικούς θαλάμους, με σύγχρονες προδιαγραφές που είχε ορίσει το ίδιο το Μουσείο. Τα έργα αποτελούν δωρεές φωτογράφων είτε παραχωρήσεις έναντι συμβολικού τιμήματος.
Η συλλογή σύγχρονης φωτογραφίας αριθμεί 3.500 έργα. Τα υπόλοιπα 1.500, εκτός από εκείνα που έχουν δανειστεί για εκθέσεις, βρίσκονται στους χώρους του Μουσείου, μαζί ευτυχώς με τα αρχεία και τις ιστορικές συλλογές (100.000 περίπου).
«Η απώλεια αυτή αποτελεί βαρύτατο πλήγμα, τόσο για την ιστορία όσο και για την τέχνη της σύγχρονης ελληνικής φωτογραφίας», αναφέρουν στην επιστολή τους οι φωτογράφοι (Γ. Γερόλυμπος, Αρις Γεωργίου, Γ. Δεπόλλας, Π. Μπούτος, Ν. Παναγιωτόπουλος κ.ά.) και ταυτόχρονα ζητούν άμεση ενημέρωση για το ασφαλιστικό καθεστώς των κατεστραμμένων έργων, το οποίο παραμένει ασαφές. Σύμφωνα με το Μουσείο, τα έργα ήταν ασφαλισμένα.
«Παραπλανητική για τους μη γνωρίζοντες» χαρακτηρίζουν οι φωτογράφοι που υπογράφουν την επιστολή τα περί «αποκατάστασης της απώλειας» από το Μουσείο, «αφού αφενός μισοκαμένες φωτογραφίες δεν επισκευάζονται και αφετέρου τα προψηφιακής εποχής τυπώματα δεν είναι δυνατόν να αναπαραχθούν λόγω ελλείψεως των κατάλληλων υλικών».
«Δεν γνωρίζαμε τίποτε. Ούτε ότι μεταφέρθηκε εκτός του Μουσείου τμήμα της συλλογής του ούτε ότι καταστράφηκε από φωτιά. Και όταν ζητήσαμε εξηγήσεις, η διοίκηση του Μουσείου μάς είπε ότι ενημέρωσε απευθείας το υπουργείο Πολιτισμού», δήλωσε στο «Εθνος» η πρόεδρος του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που εποπτεύει το Μουσείο Φωτογραφίας (Ιδιωτικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου), Κατερίνα Κοσκινά.
ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ - ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΟΥΜΠΟΥΛΑ