Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι.

Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.

Ένας ήλιος που όμοιός του δεν υπάρχει αλλού και ας είναι όταν δεν τον έχουμε να τον αναζητάμε και όταν έρχεται να τον διώχνουμε.

Άνθρωποι γαρ είμαστε...

Τριάντα χρόνια περιπατάω πάνω στην γη

~ Πέμπτη 3 Απριλίου 2014


Γράφει ο Μιλένκο τσέπης


Μια φορά κι’ έναν  καιρό ,δηλαδή κάτι παραπάνω από τριάντα χρόνια πριν, σ’έναν γόνιμο τόπο τούτης δω της γης, ένα ψιλόλιγνο μελαχρινό κορίτσι γνώρισε ένα αγόρι και ξεκίνησε η ιδία παλιά ιστορία …
   Ο σπόρος έπεσε στην γη και το μικρό κορίτσι έμαθε, πως παρόλο που κουβαλούσε μόλις 5840 μέρες και νύχτες στην πλάτη της ,θα αποκτούσε ένα παιδί. Τα έχασε ,δεν ήξερε τι να κάνει. Όλα γύρω της κινούνταν τόσο γρήγορα, ενώ αυτή τόσο αργά. Πριν προλάβει κάτι να κάνει ,κάτι να πει ,την είχαν αποκαταστήσει σκλαβώνοντας την με ιερά δεσμά!
  Οι μέρες περνούσαν και ο καρπός που κουβαλούσε  μέσα της μεγάλωνε και σαν βαρίδι την κρατούσε  πάνω στην γη. Πίστευε πως αν δεν απαλλασσόταν απ’αυτόν ,θα την συνέθλιβε τα φτερά της, δεν θα τα’νοιγε ποτέ ,δεν θα βλέπε ουρανό και γρήγορα θα χανόταν κάτω από την σκιά του. Όσο και αν προσπάθησε ν’απαλλαχτεί  απ’αυτόν,το κορίτσι που γρήγορα έγινε γυναίκα ,έφερε τελικά στον κόσμο μια ακόμα «Εύα» . Το παιδί αυτό στα μάτια της αντί για την ζωή πρέσβευε τον θάνατο.
   Το αρχεγονο πυρ που άλλοτε καταστρέφει και άλλοτε εξαγνίζει, επιστρατεύτηκε για να την εξαφανίσει αλλά εις ματην. Όσο κι’αν πάλεψε να την καταπιεί ,δεν τα καταφερε.Η «Εύα» βγήκε μέσα απτις φλόγες νικήτρια, με μια μοναχά λαβωματιά στο κορμί της, για να της θυμίζει πως αυτή ήταν μοναχά μια από τις πολλές μάχες που έμελε να δώσει για να κερδίσει το δικαίωμα στην ζωή.
  Τα  χρόνια περνούσαν και ο « Κύριος» κάποιων ήθελε έναν ακόμα άγγελο σιμά του και διάλεξε αυτήν. Πλανιόταν όμως οικτρά ,γιατί αυτή αν και πολλή μικρή ,ήταν αποφασισμένη να μείνει μαζί μας για πολύ καιρό ακόμα. Δεν έγινε το θέλημα του. Έδωσε ακόμη μια μάχη και κέρδισε….  Ο χρόνος κυλούσε και η  «Εύα» . Τα είχε όλα και δεν είχε τίποτα. Πολλαπλές προσαρμογές και συμβιβασμοί απάρτιζαν την ζωή της και τα κενά της παρέμεναν «άδεια».Δεν παρέδιδε τα όπλα. Έψαχνε ακόμα να βρει την σπίθα αφού είχε πια συνειδητοποιήσει ,πως δεν μπορούσε να βρει την φλόγα.
  Το νήμα της ζωής της ,που ποτέ δεν υπήρξε ανέφελη, έτριβε ξανά, όμως όσο ισχνό κι’αν ήταν  γι’άλλη μια φορά δεν θα το άφηνε να κοπεί. Ήταν αποφασισμένη να πουλήσει ακριβά το τομάρι της. Πολύ ακριβά! Οι περισσότεροι πίστευαν πως αυτή την φορά το τέλος ήταν προδιαγεγραμμένο ,αλλά δεν την είχαν ρωτήσει. Η «Εύα» βάφτηκε στα χρώματα του πολέμου ,ζώστηκε τα’ρματα της και ρίχτηκε στην μάχη. Κάποιοι λένε πως συμμάχησε με την απέναντι όχθη ,πούλησε την ψυχή της και θυσίασε τα μισά της ζωτικά όργανα και  έτσι κέρδισε την παραμονή της ανάμεσα σε περιφερόμενα σαρκία και πλάσματα φτιαγμένα από πυλό.
  Πολλοί λένε πως είναι ακόμα ένας μύθος από τους πολλούς ,που πλάθει το μυαλό των αργόσχολων ανθρώπων ,αλλά εγώ ορκίζομαι πως την συνάντησα. Μπορεί για τους πολλούς το μυαλό μου να είναι ταραγμένο ,τα λόγια μου ακατάληπτα και τα γραπτά μου ασυνάρτητα, αλλά οι οφθαλμοί μου είδαν και τα ωτα μου ακουσαν ενα πλάσμα , απ’την τρέλα  πιο τρελό ,ένα αερικό που περιπλανιέται ανάμεσα μας, έχει πολλά να πει και τα λέει, ψάχνει ακόμα κάτι να βρει και σίγουρα θα το βρει. 



Share