Ο Οδυσσέας Ελύτης παραλαμβάνει το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Στοκχόλμη 1979
Κουζέλη Λαμπρινή
Εκτιμήσεις, στοιχήματα και προσδοκίες λίγες ώρες πριν από την ανακοίνωσή του,
Η αίγλη του
επισκιάζει κάθε άλλο λογοτεχνικό βραβείο. Το χρηματικό έπαθλο που το
συνοδεύει, οκτώ εκατομμύρια σουηδικές κορόνες (931.359 ευρώ), το
μετατρέπει αυτομάτως σε πολύφερνη νύφη, αν και κανείς δεν το καλοβλέπει
για την «προίκα» του. Το παρανόμι «φιλί του θανάτου» που τον συνοδεύει, η
υποτιθέμενη «κατάρα» του Νομπέλ που δίνει τέλος στη δημιουργική
έμπνευση, δεν φόβισε κανένα συγγραφέα. Το αμφισβητούν πολλοί, δεν το
αρνήθηκε κανείς - το τελευταίο, για να πούμε την αλήθεια, είναι ρητορική
υπερβολή: ο Ζαν Πολ Σαρτρ το 1964 αρνήθηκε και αυτό το βραβείο για
λόγους αρχής, όπως κάθε τιμή, ενώ ο σοβιετικός Μπόρις Πάστερνακ το 1958,
μολονότι το αποδέχτηκε αρχικά, αναγκάστηκε να το αρνηθεί στο τέλος,
γιατί η βράβευση, υποτίθεται ταπεινωτική για την ΕΣΣΔ, εξόργισε το
Κομουνιστικό Κόμμα.
Λέο Τολστόι,
Τζέιμς Τζόις, Χόρχε Λουίς Μπόρχες: όλοι συμφωνούμε ότι το άξιζαν. Δεν το
πήραν ποτέ. Ούτε κι ο Ζολά, ο Ίψεν, ο Προυστ, ο Χένρι Τζέιμς, ο Μαρκ
Τουέν, ο Τσέχοφ. Ορισμένοι λένε ότι τα αντανακλαστικά της Σουηδικής
Ακαδημίας δεν είναι οξυμένα. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το κριτήριο βάσει
του οποίου γίνεται η επιλογή του νικητή, όπως διατυπώνεται στη διαθήκη
του αθλοθέτη του βραβείου Αλφρέντ Νομπέλ, είναι ασαφές. Το βραβείο
απονέμεται, γράφει η διαθήκη, σε συγγραφέα οποιασδήποτε εθνικότητας ο
οποίος «έχει προσφέρει στο πεδίο της λογοτεχνίας το εξοχότερο έργο προς
μια ιδανική κατεύθυνση». Η Σουηδική Ακαδημία έχει επικριθεί
συντηρητισμό. Άλλοι τη μέμφονται ότι λυγίζει σε πιέσεις διαφόρων λόμπι
πολιτικών συμφερόντων. Το γεγονός παραμένει: Έχει παρακάμψει κορυφαίους
τεχνίτες του λόγου και έχει απονείμει το βραβείο σε άλλους που, κατά
κοινή ομολογία, είναι εντελώς άγνωστοι.
Το βέβαιο είναι
ότι οι βραβεύσεις της Σουηδικής Ακαδημίας είναι απρόβλεπτες. Οι
υποψηφιότητες, οι προτείνοντες, η διαδικασία ψηφοφορίας, η σχετική
συζήτηση, όλα παραμένουν μυστικά για 50 χρόνια. Επισήμως και δημόσια δεν
ανακοινώνεται ποτέ καμιά υποψηφιότητα, επομένως κάθε λόγος για
«υποψήφιους» για το Νομπέλ στηρίζεται σε φήμες ή σε διαρροή πληροφοριών
από κάποιον από τους προτείνοντες προκειμένου να προκαλέσει συζήτηση για
τον λογοτέχνη που προτείνει, λένε μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας.
Νομπέλ 2012: Προβλέψεις και στοιχήματα
Ακριβώς επειδή
βεβαιότητες δεν υπάρχουν, οι προβλέψεις είναι πιο διασκεδαστικές. Τα
γραφεία στοιχημάτων ποντάρουν τα τελευταία χρόνια στο μυστήριο του
Νομπέλ δίνοντας τροφή σε συζητήσεις που εντείνουν την αδημονία για την
ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. Για φέτος το γραφείο στοιχημάτων Ladbrokes
δίνει πρώτον τον Iάπωνα Χαρούκι Μουρακάμι (6/4). Ο Ούγγρος Πέτερ Νάντας
(5/2) βρίσκεται στη δεύτερη θέση, προκαλώντας έκπληξη. Ακολουθεί ο
ιρλανδός πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας Ουίλιαμ Τρέβορ (7/1), στον
οποίο συγκεντρώνονται οι ελπίδες των βρετανικών νησιών για ένα Νομπέλ
μετά τον Πίντερ και τη Λέσινγκ. Θεωρείται κατιών της μεγάλης ιρλανδικής
σχολής των Τζόις, Μπέκετ κ.ά., με μεγάλο προβάδισμα από τους νεότερους
Ιρλανδούς Τζον Μπάνβιλ (14/1) και Κολμ Τόιμπιν (66/1). Σε απόσταση
αναπνοής ακολουθεί στα στοιχήματα ο Μο Γιάν, ο «Κινέζος Φραντς Κάφκα»,
και η Καναδή Άλις Μουνρό (8/1). Το όνομα του Μπομπ Ντίλαν (10/1)
ακούγεται και εφέτος πριν από του Ολλανδού Σέις Νόοτεμποομ, του Κενυάτη
Νγκόγκι γουά Θιόνγκο και του Αμερικανού Τόμας Πίντσον (12/1) και του
Αλβανού του Ισμαήλ Κανταρέ (14/1).
Από τους
Αμερικανούς, που παραπονούνται ότι το βραβείο έχει ευρωποκεντρικό
χαρακτήρα, στη λίστα βρίσκουμε όλη την, κατά Χάρολντ Μπλουμ, αγία
τετράδα της αμερικανικής πεζογραφίας: τον Κόρμακ ΜακΚάρθι (16/1), τηρεί
σιγή ιχθύος, τον Φίλιπ Ροθ (16/1), θεωρεί ότι αξίζει το Νομπέλ και
σχολιάζει πικρόχολα το ότι δεν το πήρε ακόμη, και τον Ντον Ντελίλο
(33/1), δεν κάνει σχόλιο.
Όσοι πιστεύουν
ότι λόμπι πολιτικών συμφερόντων προωθούν τις υποψηφιότητες και η
Σουηδική Ακαδημία συνεκτιμά τα γεγονότα της επικαιρότητας εκτιμούν ότι
εφέτος θα είναι επιτέλους η τυχερή χρονιά του 82χρονου σύριου
μοντερνιστή ποιητή Άδωνι (14/1), του σημαντικότερου ζώντος λογοτέχνη του
αραβικού κόσμου, του οποίου το όνομα ως υποψηφίου για το Νομπέλ
ακούγεται αδιαλείπτως από το 1988.
Άμος Οζ, Ενρίκε
Βίλα Μάτας, Μάργκαρετ Άτγουντ, Τόμ Στόπαρντ και Μίλαν Κούντερα έχουν
τις ίδιες αποδόσεις (16/1). Ακολουθούν: Ουμπέρτο Εκο (25/1), Αντρέα
Καμιλέρι, Ιαν Μακ Γιούαν και Ιβ Μπονφουά (50/1), Καζούο Ισιγκούρο και
Σάλμαν Ρούσντι και Τζούλιαν Μπαρνς και Γεβγένι Γεφτουσένκο (66/1). Στην
ίδια λίστα του Ladbrokes βρίσκουμε τον έλληνα Βασίλη Αλεξάκη (100/1) να
έχει τις ίδιες πιθανότητες με τον Πολ Όστερ και τον Τζόναθαν Λίτελ. Το
φαιδρό της υπόθεσης είναι το τελευταίο όνομα στον κατάλογο, με
πιθανότητες 500/1: η Βρετανή E. Λ. Τζέιμς των Πενήντα αποχρώσεων του
γκρι.
Οι έλληνες λογοτέχνες στα Νομπέλ
Στη βάση
δεδομένων της Σουηδικής Ακαδημίας με τις υποψηφιότητες ανά χώρα (έχουν
αποκαλυφθεί τα αρχεία μόνο για την περίοδο 1902-1950) από ελληνικής
πλευράς προτεινόταν ο σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής από το 1907 ως
το 1912. Ο Κωστής Παλαμάς ήταν κάθε χρόνο προτεινόμενος από το 1926 ως
το 1940. Το 1945 εμφανίζεται το όνομα του Γιώργου Θεοτοκά. Στα
μεταπολεμικά χρόνια, συγκεκριμένα το 1947, προτείνονται τέσσερις έλληνες
λογοτέχνες: ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος από τον
ακαδημαϊκό Ιωάννη Καλιτσουνάκι και ο Άγγελος Σικελιανός και ο Νίκος
Καζαντζάκης από τον νεοελληνιστή Νίκο Βέη. Το όνομα του Σικελιανού
παραμένει στις ελληνικές υποψηφιότητες και τα επόμενα χρόνια - το 1950
πάλι μαζί με του Καζαντζάκη. Εκτός από τους δύο νομπελίστες μας, Γιώργο
Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη, που προφανώς ήταν υποψήφιοι, είχε προταθεί και
το όνομα του Στράτη Μυριβήλη από συλλόγους ελλήνων λογοτεχνών. Τι
γίνεται μετά από αυτούς; Έχουν ακουστεί ονόματα, υπάρχουν εικασίες. Για
να τις επιβεβαιώσουμε, θα πρέπει να περιμένουμε την προσεχή
δημοσιοποίηση των αρχείων της Σουηδικής Ακαδημίας.
Στοιχεία και στατιστικές
Εν αναμονή της
ανακοίνωσης του εφετινού βραβευθέντα, ενδιαφέρον έχουν τα αποτελέσματα
από τη στατιστική επεξεργασία των αρχείων των απονομών που δίνει η
Σουηδική Ακαδημία στην ιστοσελίδα του βραβείου:
Συνολικά 104 βραβεία έχουν απονεμηθεί από το 1901, που θεσπίστηκε το βραβείο, σε 108 λογοτέχνες.
Η Σουηδή Σέλμα
Λάγκερλεφ ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με το βραβείο το 1909, σε
σύνολο 12 γυναικών συγγραφέων. Τελευταία η Γερμανορουμάνα Χέρτα Μύλερ
(2009).
Το Νομπέλ
Λογοτεχνίας έχει απονεμηθεί 26 φορές σε αγγλόφωνους συγγραφείς, 13 φορές
σε γαλλόφωνους και σε γερμανόφωνους, 11 φορές σε ισπανόφωνους και 7
φορές σε Σουηδούς.
Μέσος όρος
ηλικίας των βραβευθέντων είναι τα 64 χρόνια. Νεότερος βραβευθείς ήταν ο
Βρετανός Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, σε ηλικία 47 ετών το 1907, και γηραιότερη η
88χρονη επίσης Βρετανή Ντόρις Λέσινγκ το 2007.
Ο Σιλί Πριντόμ,
ο Λουίτζι Πιραντέλλο, η Περλ Μπακ, ο Μπέρτραντ Ράσελ και ο Ουίλιαμ
Φόκνερ ανήκουν σε μια μικρή ομάδα συγγραφέων που έλαβαν το βραβείο με
την πρώτη, όντας υποψήφιοι μονάχα μία φορά.
Σύμφωνα με μια
παράδοση, οι βραβευθέντες ειδοποιούνται το αργότερο ως τις 12.30 το
μεσημέρι, μισή ώρα πριν από την επίσημη ανακοίνωση των βραβείων.
Φήμη και πωλήσεις
Το Νομπέλ δεν
είναι το εγγλέζικο Μπούκερ, δεν είναι το γαλλικό Γκονκούρ. Δεν επηρεάζει
την αγορά του βιβλίου όπως αυτά τα καθιερωμένα λογοτεχνικά βραβεία, που
μετά την ανακοίνωσή τους τετραπλασιάζουν ή εξαπλασιάζουν τις πωλήσεις
των βραβευθέντων τίτλων. Η απονομή του Νομπέλ στέλνει αναγνώστες στα
βιβλιοπωλεία μόνο όταν ο βραβευθείς είναι ήδη γνωστός. Η βράβευση του
σουηδού ποιητή Τούμας Τράνστρεμερ πέρυσι δεν προκάλεσε θεαματική αύξηση
τις πωλήσεις των δύο συλλογών του που κυκλοφορούν στα ελληνικά. Μόλις το
2011 κυκλοφόρησε στα ελληνικά σε βιβλίο η ποίηση του Νιγηριανού Γουόλε
Σογίνκα (1986). Το Νομπέλ έδωσε μεν ώθηση στο εκδοτικό ενδιαφέρον για
τον γάλλο Ζαν-Μαρί Γκιστάβ λε Κλεζιό (2008), μεταφράστηκαν νέα βιβλία
του, επανεκδόθηκαν παλιοί τίτλοι, αλλά δεν αύξησε σε βαθμό άξιο λόγου
την αναγνωσιμότητά του. Την αυστριακή Έλφριντε Γέλινεκ (2004), πάλι,
μάλλον τη θυμόμαστε για τον σάλο που ξεσήκωσε η βράβευσή της και την
παραίτηση μέλους της Σουηδικής Ακαδημίας μετά την απονομή παρά για τα
μυθιστορήματά της καθαυτά.
Το Νομπέλ δεν
εξαργυρώνεται στο βιβλιοπωλείο. Μπορεί να αυξάνει κατακόρυφα την
αναγνωρισιμότητα ενός συγγραφέα αλλά δεν αυξάνει εξίσου την
αναγνώσιμότητά του. Η συμβολική αξία του όμως είναι τεράστια, τόσο για
τον συγγραφέα που βραβεύεται όσο και για τη χώρα και τη λογοτεχνία που
εκπροσωπεί. Δεν καταξιώνει την υπεροχή μόνο ενός δημιουργού αλλά και
όλης της παράδοσης από την οποία προέρχεται, ανεβάζοντας την αξία του
λογοτεχνικού κεφαλαίου μιας χώρας. Αποτελεί έναν αξιοποιήσιμο πόρο που
δίνει σε μια εθνική λογοτεχνία «πίστωση» προκειμένου να βγει στις
λογοτεχνικές αγορές με άλλους συγγραφείς της. Τονώνει την αυτοπεποίθησή
της. Ειδικά για τις λεγόμενες λογοτεχνίες των «μικρών» γλωσσών, που
βρίσκονται στην περιφέρεια της παγκόσμιας λογοτεχνικής σκηνής, τα
ωφελήματα από το Νομπέλ είναι υπολογίσιμα σε βάθος χρόνου. Αρκεί να
θυμηθούμε τα δύο δικά μας Νομπέλ, του Σεφέρη το 1963 και του Ελύτη το
1979, μέσα σε διάστημα μόλις 16 χρόνων, και να αναλογιστούμε αφενός πόσο
αντανακλούν τη δυναμική μιας εύρωστης λογοτεχνικής γενιάς με
εμβληματική παρουσία στα γράμματά μας αλλά και τους δρόμους που άνοιξαν
για τη γνωριμία του διεθνούς κοινού με την ελληνική λογοτεχνία εν γένει.
Το Νομπέλ Λογοτεχνίας 2012 θα ανακοινωθεί την Πέμπτη 11 Οκτωβρίου, στις 2.00 μ.μ. ώρα Ελλάδος.